Frivole en grec
Traduction: frivole, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
άδειος, ελαφρόμυαλος, μικροπρεπής, επιπόλαιος, επιπόλαιες, επιπόλαια, επιπόλαιη, επιπόλαιο
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): frivole
definition frivole, définition frivole, framboise frivole, frivole 31, frivole antonymes, frivole dictionnaire de langue grec, frivole en grec
Traductions
- fritter en grec - πυροσυσσωμάτωση, πυροσυσσωμάτωσης, συσσωμάτωσης, θερμοσυσσωμάτωσης, επίτηξης
- friture en grec - καβουρδίζω, άρθρωση, καβουρντίζω, κροτάλισμα, τρίξιμο, τριζοβολώ, κοψίδι, ...
- frivolité en grec - επιπολαιότητα, ελαφρότητα, επιπολαιότητας, ελαφρότητας, την επιπολαιότητα
- froid en grec - παγερός, κρύος, καταψύχω, ψυχρός, παγωμένος, δροσερός, πούντα, ...
Mots aléatoires
Frivole en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: άδειος, ελαφρόμυαλος, μικροπρεπής, επιπόλαιος, επιπόλαιες, επιπόλαια, επιπόλαιη, επιπόλαιο
Traductions: άδειος, ελαφρόμυαλος, μικροπρεπής, επιπόλαιος, επιπόλαιες, επιπόλαια, επιπόλαιη, επιπόλαιο