Paisible en grec
Traduction: paisible, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
νηνεμία, ειρηνικός, ήσυχος, νηφάλιος, μάνα, σιωπηλός, ατάραχος, ήρεμος, εύκολος, απαλός, χαμηλός, πράος, γαλήνιος, μαμά, ευγενικός, ήπιος, ειρηνική, ειρηνικό, ειρηνικής, ειρηνικές
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): paisible
la paisible, nuit paisible, o paisible, paisible a la fraiche décontracté du gland, paisible antonymes, paisible dictionnaire de langue grec, paisible en grec
Traductions
- paire en grec - ζευγάρι, συνταιριάζω, σπιθαμή, ταιριάζω, σπίρτο, ζεύω, αγώνας, ...
- pairs en grec - συμμαθητές, συνομηλίκους, τους συνομηλίκους, συνομηλίκων, τους συμμαθητές
- paisiblement en grec - ειρηνικά, ειρηνική, ειρηνικό, ειρηνικής, με ειρηνικό
- paix en grec - νηνεμία, παραγγέλλω, ήρεμος, άνεση, δωμάτιο, εντολή, προσταγή, ...
Mots aléatoires
Paisible en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: νηνεμία, ειρηνικός, ήσυχος, νηφάλιος, μάνα, σιωπηλός, ατάραχος, ήρεμος, εύκολος, απαλός, χαμηλός, πράος, γαλήνιος, μαμά, ευγενικός, ήπιος, ειρηνική, ειρηνικό, ειρηνικής, ειρηνικές
Traductions: νηνεμία, ειρηνικός, ήσυχος, νηφάλιος, μάνα, σιωπηλός, ατάραχος, ήρεμος, εύκολος, απαλός, χαμηλός, πράος, γαλήνιος, μαμά, ευγενικός, ήπιος, ειρηνική, ειρηνικό, ειρηνικής, ειρηνικές