Répit en grec
Traduction: répit, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
διακόπτω, παύση, ανάπαυλα, σταματώ, καθυστέρηση, διακοπή, αναστολή, εναιώρημα, διάλλειμα, ανάρτηση, ανακοπή, αναβολή, ανάπαυση, ανάπαυλας, ανακούφιση
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): répit
de répit, du répit, le répit, pas de répit, plateforme de répit, répit dictionnaire de langue grec, répit en grec
Traductions
- répertoire en grec - χωνεύω, τραπέζι, ρεπερτόριο, πίνακας, λιμάρω, δραματολόγιο, υποβάλλω, ...
- répertorier en grec - λίστα, κατάλογος, κατάλογο, καταλόγου, λίστας
- répliqua en grec - απάντησε, απάντησαν, απαντά, απαντήσει, απάντηση
- répliquai en grec - απάντησε, απάντησαν, απαντά, απαντήσει, απάντηση
Mots aléatoires
Répit en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: διακόπτω, παύση, ανάπαυλα, σταματώ, καθυστέρηση, διακοπή, αναστολή, εναιώρημα, διάλλειμα, ανάρτηση, ανακοπή, αναβολή, ανάπαυση, ανάπαυλας, ανακούφιση
Traductions: διακόπτω, παύση, ανάπαυλα, σταματώ, καθυστέρηση, διακοπή, αναστολή, εναιώρημα, διάλλειμα, ανάρτηση, ανακοπή, αναβολή, ανάπαυση, ανάπαυλας, ανακούφιση