Tripoter en grec
Traduction: tripoter, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
λούτσα, αλλοιώνω, εικάζω, κερδοσκοπώ, υφή, επεμβαίνω, ανακατεύω, αναδεύω, διαταράσσω, παραποιώ, ψαχουλεύω, αναμιγνύω, σκαρφαλώνω, νιώθω, αισθάνομαι, ανακατώνω, πειράζετε, πειράξετε, να παρέμβει, παρέμβει, παραποίησης
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): tripoter
se faire tripoter, se tripoter, tripoter antonymes, tripoter conjugaison, tripoter définition larousse, tripoter dictionnaire de langue grec, tripoter en grec
Traductions
- tripot en grec - κατάδυση, βουτιά, δοκάρι, κατάδυσης, καταδύσεων
- tripotage en grec - στήνω, δολοπλοκία, αγγίζω, εξοπλίζω, πινελιά, ραδιουργία, χάδια, ...
- tripotée en grec - ράπισμα, στοιβάζω, συρρέω, διασυρμός, έξοχος, ορδή, στοίβα, ...
- triptyque en grec - τρίπτυχο, τρίπτυχου, τριπτύχου, το τρίπτυχο
Mots aléatoires
Tripoter en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: λούτσα, αλλοιώνω, εικάζω, κερδοσκοπώ, υφή, επεμβαίνω, ανακατεύω, αναδεύω, διαταράσσω, παραποιώ, ψαχουλεύω, αναμιγνύω, σκαρφαλώνω, νιώθω, αισθάνομαι, ανακατώνω, πειράζετε, πειράξετε, να παρέμβει, παρέμβει, παραποίησης
Traductions: λούτσα, αλλοιώνω, εικάζω, κερδοσκοπώ, υφή, επεμβαίνω, ανακατεύω, αναδεύω, διαταράσσω, παραποιώ, ψαχουλεύω, αναμιγνύω, σκαρφαλώνω, νιώθω, αισθάνομαι, ανακατώνω, πειράζετε, πειράξετε, να παρέμβει, παρέμβει, παραποίησης