Ancestral στα ελληνικά
Μετάφραση: ancestral, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προγονικός, πατρογονικός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ancestor στα ελληνικά - πρόγονος
- ancestors στα ελληνικά - Οι πρόγονοί, πρόγονοί, προγόνων, προγόνους, πρόγονοι
- ancestress στα ελληνικά - πρόγονος
- ancestries στα ελληνικά - καταγωγές, καταγωγές που
Τυχαίες λέξεις
Ancestral στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προγονικός, πατρογονικός
Μεταφράσεις: προγονικός, πατρογονικός