Apprehensive στα ελληνικά

Μετάφραση: apprehensive, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανήσυχος
Apprehensive στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • apprehensible στα ελληνικά - καταληπτός, αντιληπτή
  • apprehension στα ελληνικά - φόβος, σύλληψη, ταραχή
  • apprehensively στα ελληνικά - ανήσυχοι πίσω
Τυχαίες λέξεις
Apprehensive στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανήσυχος