Arrest στα ελληνικά
Μετάφραση: arrest, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συλλαμβάνω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- arrears στα ελληνικά - καθυστερούμενα
- arrested στα ελληνικά - συνελήφθη, συνελήφθησαν, συλληφθεί, συνέλαβαν, συνέλαβε
- arrestee στα ελληνικά - κρατουμένου
Τυχαίες λέξεις
Arrest στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συλλαμβάνω
Μεταφράσεις: συλλαμβάνω