Beard στα ελληνικά

Μετάφραση: beard, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μούσι, γένι, γενειάδα, γένια, τα γένια, γενειάδας
Beard στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bearably στα ελληνικά - ανεκτά
  • bearded στα ελληνικά - γενειοφόρος, μουσάτος
  • beardless στα ελληνικά - αγένειος, αγένειου, χωρίς γένια, αγένειο, αγένειοι
Τυχαίες λέξεις
Beard στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μούσι, γένι, γενειάδα, γένια, τα γένια, γενειάδας