Λέξη: μαλώνω

Σχετικές λέξεις: μαλώνω

μαλώνω το παιδί, μαλώνω συνώνυμα, ονειρα μαλώνω, μαλώνω francais, μαλώνω ονειροκριτης, μαλώνω slang, μαλώνω τα παιδιά μου, μαλώνω english

Συνώνυμα: μαλώνω

φωνάζω, κραυγάζω, κάνω παράπονα, επιπλήτω, κατσαδιάζω, επιπλήττω, επιτιμώ, διαπληκτίζομαι, δέρνω

Μεταφράσεις: μαλώνω

μαλώνω στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
chide, lambaste, scold, berate, yawp, bawl

μαλώνω στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
reprender, regañar, criticar severamente, fustigar, lambaste

μαλώνω στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schelten, tadeln, lambaste, verprügeln

μαλώνω στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
morigéner, engueuler, mâtiner, réprimander, fustiger, vilipender, critiquer vertement

μαλώνω στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
lambaste

μαλώνω στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ridicularizar, espancar, lambaste, desancar

μαλώνω στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
aftuigen, afranselen, scherp kritiseren

μαλώνω στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
реветь, упрекать, шуметь, бранить, ворчать, журить, бить

μαλώνω στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
lambaste

μαλώνω στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
KLÅ

μαλώνω στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
läksyttää, nuhdella, lambaste

μαλώνω στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
lambaste, gennemhegler

μαλώνω στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vyhubovat, kárat, peskovat, kritizovat

μαλώνω στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
besztać, karcić, zbesztać, sprać, nacierać uszu

μαλώνω στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
elagyabugyál

μαλώνω στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
azarlamak, fırça atmak, lambaste, Ahmet Türk'e fırça attığını, dövmek

μαλώνω στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
докоріть, шуміти, ревіти, гарчати, сварити, бити, бити на, битиме

μαλώνω στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
rrah, shaj rëndë, zhdëp

μαλώνω στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
набивам, напердашвам, нахоквам, наругавам

μαλώνω στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
біць

μαλώνω στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
noomima, lambaste

μαλώνω στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
koriti, gunđati, grditi, izgrditi, izbiti

μαλώνω στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
lambaste

μαλώνω στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
Bylų, Atšiaurių kritikuoti, Nacierać ausų

μαλώνω στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
lambaste

μαλώνω στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
lambaste

μαλώνω στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
lambaste

μαλώνω στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
lambaste

μαλώνω στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
kritizovať, spochybniť, kritizovat
Τυχαίες λέξεις