Boost στα ελληνικά

Μετάφραση: boost, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυξάνω, ανεβάζω, ενισχύω
Boost στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • boors στα ελληνικά - αγροίκων
  • boos στα ελληνικά - αποδοκιμασίες, εκκωφαντικά, μπου, αποδοκιμασίες σε
  • booster στα ελληνικά - αναμνηστική, αναμνηστικό, ενισχυτική, αναμνηστικής, ενισχυτικό
  • boosts στα ελληνικά - ενισχύει, ωθήσεις, ενισχύει την, αυξάνει, αναμνηστικά
Τυχαίες λέξεις
Boost στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυξάνω, ανεβάζω, ενισχύω