Certainty στα ελληνικά
Μετάφραση: certainty, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βεβαιότητα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- certainly στα ελληνικά - βέβαια, ασφαλώς, βεβαίως, σίγουρα, οπωσδήποτε, βέβαιο
- certainties στα ελληνικά - βεβαιότητες, βεβαιοτήτων, τις βεβαιότητες, βεβαιότητές, οι βεβαιότητες
- certifiable στα ελληνικά - βεβαιώσιμος, πιστοποιήσιμου, πιστοποιήσιμα, πιστοποιήσιμο, πιστοποιήσιμες
- certifiably στα ελληνικά - πιστοποιημένα, αποδεικνύεται η
Τυχαίες λέξεις
Certainty στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βεβαιότητα
Μεταφράσεις: βεβαιότητα