Λέξη: κλόουν
Σχετικές λέξεις: κλόουν
κλόουν του μπελ, κλόουν την τετάρτη την κυριακή νεκρόσ στιχοι, κλόουν τοτο, κλόουν πάτρα, κλόουν για πάρτυ, κλόουν κατασκευή, κλόουν αφροδίτη φρυδά
Συνώνυμα: κλόουν
γελωτοποιός, παλιάτσος, άξεστος άνθρωπος
Μεταφράσεις: κλόουν
κλόουν στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
clown, clowns, a clown, the clown
κλόουν στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
bufón, payaso, clown, del payaso, payaso de, de payaso
κλόουν στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
knülch, possenreißer, knilch, clown, faxenmacher, Clown, Clowns
κλόουν στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
clown, plaisantin, arlequin, clownesque, pitre, pierrot, paillasse, baladin, bouffon, de clown, clowns
κλόουν στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pagliaccio, clown, del pagliaccio, buffone
κλόουν στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
palhaço, clown, do palhaço, de palhaço, palhaço de
κλόουν στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
hansworst, paljas, pias, zot, clown, clown van, de Clown, van de clown, de Clown van
κλόουν στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
балаганить, эксцентрик, паясничать, шут, чудить, клоун, фигляр, паяц, буффон, клоуна, клоуном
κλόουν στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
klovn, bajas, klovnen, clown, klovne, klovnens
κλόουν στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
pajas, clown, clownen
κλόουν στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
pajatso, pelehtiä, narri, pelle, klovni, clown, klovnin
κλόουν στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
klovn, klovnen, clown, klovne
κλόουν στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kašpar, šašek, klaun, klauna, clown
κλόουν στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
klaun, pajac, błazen, błaznować, klown, clown, Klaun
κλόουν στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
bohóc, Clown, bohócra, bohócot
κλόουν στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
palyaço, clown, soytarı, bir palyaço, palyaçonun
κλόουν στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
клоун, блазень
κλόουν στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
gaztor, klloun, Clown, klloun i, kllounit
κλόουν στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
шут, клоун, клоуна, клоунът
κλόουν στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
клоўн, блазан, клоун
κλόουν στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kloun, tola, veiderdama, clown, klouni
κλόουν στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
šaljivčina, klaun, klauna, clown, komedijaš, izmotavati se
κλόουν στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
trúður, trúðurinn, trúðurinn í
κλόουν στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
klounas, pajacas, juokdarys, juokus krėsti
κλόουν στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
klauns, āksts, klaunu, clown, ka klauns
κλόουν στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
кловн, кловнот, палјачо
κλόουν στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
clovn, clown, de clovn, clovnul, clovn de
κλόουν στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
pajaca, klanu, klovn, clown, klovna, neotesanec
κλόουν στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
klaun, šašo, clown
Στατιστικά δημοτικότητας: κλόουν
Τυχαίες λέξεις