Λέξη: χρωστώ

Μεταφράσεις: χρωστώ

χρωστώ στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
owe, I owe, I am indebted, owe to, I am indebted for

χρωστώ στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
deber, Le debo, Se lo debo, debo, lo debo, que debo

χρωστώ στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schulden, ich verdanke, ich schulde, verdanke ich, schulde ich

χρωστώ στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
devoir, devez, dois, je dois, que je dois, je le dois, je dois à, je lui dois

χρωστώ στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
dovere, devo, lo devo, debbo, che devo

χρωστώ στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
aniquilar, dever, acabrunhar, oprima, deva, devo, eu devo, devo a, que devo

χρωστώ στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
heb ik te danken, dank ik

χρωστώ στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
быть, задолжать, Я должен, я обязан, я обязана, я должна, я в долгу

χρωστώ στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
skylde, jeg, I

χρωστώ στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
jag är skyldig, jag skyldig, är jag skyldig, att jag är skyldig, jag varar skyldig

χρωστώ στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
olla velkaa, Olen velkaa, saldona olevan summan, Olen sinulle velkaa

χρωστώ στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
skylde, jeg skylder, skylder jeg, at jeg skylder

χρωστώ στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vděčit, dlužit, viset, dlužím, vděčím, vděčím za, já dlužím, že dlužím

χρωστώ στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zawdzięczać, zawdzięczam, Jestem winien, winien jestem, że zawdzięczam, Wiszę

χρωστώ στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tartozom, én tartozom, Mivel tartozom, hogy tartozom

χρωστώ στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
Ben, I, ı, bir

χρωστώ στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
Я

χρωστώ στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
unë, I, kam, të, që unë

χρωστώ στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
дължа, че дължа, го дължа, дължа на

χρωστώ στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
абавязак, Я

χρωστώ στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
võlgnema, ma võlgnen, võlgnen ma, võlgnen, vőlgnen

χρωστώ στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
dugovati, dugujem, ja dugovati, iznosa koji dugujem, sam dužan, dužan sam

χρωστώ στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ég skulda

χρωστώ στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
Esu skolingas, aš esu skolingas

χρωστώ στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
Es parādā, esmu parādā, savu parādu, esmu jums parādā

χρωστώ στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
должам, јас должам, јас сум должен, им должам, сум должен

χρωστώ στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
datora, Îi datorez, datorez, i datorez, sunt dator

χρωστώ στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
dolgujem, Dolžan sem, sem dolžan, ti dolgujem, moram zahvaliti

χρωστώ στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
dlhujem, dlužím, dlžím, vďačím
Τυχαίες λέξεις