Conceit στα ελληνικά
Μετάφραση: conceit, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αλαζονεία, έπαρση, η έπαρση, οίηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- absently στα ελληνικά - αφηρημένως, αφηρημένατις, αφηρημένα
- after-sound στα ελληνικά - μετά, μετά από, μετά την, αφού, από
- antics στα ελληνικά - αστείο, γελοιότητες, καμώματα, θεατρινισμούς
- apricots στα ελληνικά - βερίκοκα, τα βερίκοκα, βερίκοκων, βερύκοκα, βερικόκων
Τυχαίες λέξεις
Conceit στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αλαζονεία, έπαρση, η έπαρση, οίηση
Μεταφράσεις: αλαζονεία, έπαρση, η έπαρση, οίηση