Creditor στα ελληνικά

Μετάφραση: creditor, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πιστωτής, δανειστής, πιστωτή, δανειστή, πιστωτικός φορέας
Creditor στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • affronts στα ελληνικά - προσβολές, προσβολών
  • air-pump στα ελληνικά - αέρα, στον αέρα, αέρος
  • annullable στα ελληνικά - ακυρώσιμη, δυναμένων να ακυρωθούν, των δυναμένων να ακυρωθούν
  • bombarding στα ελληνικά - βομβαρδίζουν, βομβαρδίζοντας, βομβαρδισμό, βομβαρδίζει, βομβαρδίζουμε
Τυχαίες λέξεις
Creditor στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πιστωτής, δανειστής, πιστωτή, δανειστή, πιστωτικός φορέας