Λέξη: ανάκτορο

Σχετικές λέξεις: ανάκτορο

ανάκτορο club, ανάκτορο νέστορα, ανάκτορο των βερσαλλιών, ανάκτορο νέστορος, ανάκτορο των αιγών, ανάκτορο της κνωσού, ανάκτορο κνωσού, ανάκτορο του διαδόχου, ανάκτορο του μπάκιγχαμ, ανάκτορο του νέστορα

Συνώνυμα: ανάκτορο

δικαστήριο, γήπεδο, αυλή, προαύλιο, μέγαρο, παλάτι

Μεταφράσεις: ανάκτορο

ανάκτορο στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
palace, the palace, palace was, palace of, a palace

ανάκτορο στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
palacio, Palace, palacio de, el palacio, del palacio

ανάκτορο στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
palast, Schloss, Palast, Palais, Palastes

ανάκτορο στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
palais, hôtel, palace, palais de, château, le palais

ανάκτορο στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
reggia, palazzo, Palace, palazzo del, palazzo di, del palazzo

ανάκτορο στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
paquistão, palácio, Palace, palácio de, do palácio, palácio do

ανάκτορο στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
paleis, Palace, paleis van, het paleis

ανάκτορο στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
особняк, резиденция, палата, дворец, Palace, дворца, Палас, дворце

ανάκτορο στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
slott, palass, palasset, palace, slottet

ανάκτορο στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
palats, slott, palatset, slottet, palace

ανάκτορο στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
palatsi, Palace, palatsin, palatsissa, palatsiin

ανάκτορο στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
palads, Palace, slottet, paladset

ανάκτορο στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
palác, zámek, Palace, paláce, paláci

ανάκτορο στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pałac, pałacyk, pałacowy, pałacu, palace

ανάκτορο στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
palota, Palace, palotában, palotát

ανάκτορο στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
saray, Sarayı, palace, sarayın, bir saray

ανάκτορο στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
придворні, особняк, резиденція, чертог, палац, палацу

ανάκτορο στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
pallat, pallati, pallatin, pallatit, Suzës

ανάκτορο στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
дворец, палат, Palace, Палас, двореца

ανάκτορο στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
палац

ανάκτορο στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
palee, Palace, lossi, loss, palees

ανάκτορο στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
palaca, palači, dvorcem, dvorca, dvorac, dvorom, palača, palaču, Palace, palače, dvor

ανάκτορο στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
höll, Palace, höllin

ανάκτορο στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
rūmai, Palace, rūmų, rūmuose, rūmus

ανάκτορο στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pils, Palace, pilī, pili

ανάκτορο στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
палатата, палата, дворец, Палас, дворецот

ανάκτορο στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
palat, Palace, palatul, palatului, palat din

ανάκτορο στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
palača, palace, palači, palače, palačo

ανάκτορο στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
palác, Palace

Στατιστικά δημοτικότητας: ανάκτορο

Τυχαίες λέξεις