Crude στα ελληνικά
Μετάφραση: crude, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χονδροειδής, ακατέργαστος, ωμός, ακατέργαστο, ακάθαρτο, αργού, ακατέργαστου
Μεταφράσεις
- accessibly στα ελληνικά - προσίτως, προσβάσιμο, προσβάσιμα σε, προσβάσιμοι
- camper στα ελληνικά - τροχόσπιτο, Camper, κατασκηνωτή, κατασκήνωσης, τροχόσπιτα
- castings στα ελληνικά - χύτευσης, χυτά, προϊόντων χύτευσης, προϊόντα χύτευσης, τα προϊόντα χύτευσης
Τυχαίες λέξεις
Crude στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χονδροειδής, ακατέργαστος, ωμός, ακατέργαστο, ακάθαρτο, αργού, ακατέργαστου
Μεταφράσεις: χονδροειδής, ακατέργαστος, ωμός, ακατέργαστο, ακάθαρτο, αργού, ακατέργαστου