Decree στα ελληνικά
Μετάφραση: decree, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάταγμα, θεσπίζω, θέσπισμα, διατάγματος, απόφαση, αποφάσεως, διάταγμα που
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- airship στα ελληνικά - αεροσκάφος, αερόπλοιο, αερόπλοιου, αεροπλοίου
- backmost στα ελληνικά - πιο πίσω, πιο πίσω μέρος, που βρίσκεται πιο πίσω, στο πιο πίσω μέρος, βρίσκεται πιο πίσω
- bridal στα ελληνικά - γαμήλιος
Τυχαίες λέξεις
Decree στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάταγμα, θεσπίζω, θέσπισμα, διατάγματος, απόφαση, αποφάσεως, διάταγμα που
Μεταφράσεις: διάταγμα, θεσπίζω, θέσπισμα, διατάγματος, απόφαση, αποφάσεως, διάταγμα που