Dope στα ελληνικά
Μετάφραση: dope, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ντοπάρω, ναρκωτικό, βερνίκι, DOPE, ναρκωτικές ουσίες, πρόσμιξης νόθευσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- appoint στα ελληνικά - ορίζω, διορίζω
- billows στα ελληνικά - κύματα, ανεμίζει, κυματώσεις, αναθυμίαση
- bruisers στα ελληνικά - Πυγμάχοι
Τυχαίες λέξεις
Dope στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ντοπάρω, ναρκωτικό, βερνίκι, DOPE, ναρκωτικές ουσίες, πρόσμιξης νόθευσης
Μεταφράσεις: ντοπάρω, ναρκωτικό, βερνίκι, DOPE, ναρκωτικές ουσίες, πρόσμιξης νόθευσης