Fill στα ελληνικά

Μετάφραση: fill, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γεμίζω
Fill στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ammeters στα ελληνικά - αμπερόμετρα, τα αμπερόμετρα, τα αμπερόμετρα που, αμπερομετρα, αμπερόμετρα που
  • annelid στα ελληνικά - δακτυλιοειδής σκώληκας, αννελιδών
  • apostates στα ελληνικά - αποστάτες, αποστατών, τους αποστάτες, οι αποστάτες
  • assessment στα ελληνικά - εκτίμηση
Τυχαίες λέξεις
Fill στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γεμίζω