Follow στα ελληνικά

Μετάφραση: follow, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακολουθώ
Follow στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • better-looking στα ελληνικά - καλύτερη εμφάνιση, πιο εμφανίσιμο, εύκολα το καλύτερο, με καλύτερη εμφάνιση, είναι πιο εμφανίσιμα
  • bloodiness στα ελληνικά - αιματηρότης, αιματηρότητα
  • censors στα ελληνικά - λογοκριτές, λογοκριτών, λογοκρισία, λογοκρίνει, λογοκρισίας
Τυχαίες λέξεις
Follow στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακολουθώ