Fresh στα ελληνικά

Μετάφραση: fresh, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δροσερός, ζωντανός, φρέσκος, νωπός
Fresh στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abandoning στα ελληνικά - εγκατάλειψη, εγκαταλείποντας, εγκατάλειψης, την εγκατάλειψη, εγκαταλείπουν
  • angler-fish στα ελληνικά - ψαράς, ψαρά, ερασιτέχνης ψαράς, ψαράδων, ερασιτεχνών αλιέων
  • apology στα ελληνικά - συγνώμη
  • bachelor στα ελληνικά - άγαμος, απόφοιτος, Bachelor, εργένης, μπάτσελορ
Τυχαίες λέξεις
Fresh στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δροσερός, ζωντανός, φρέσκος, νωπός