Homily στα ελληνικά

Μετάφραση: homily, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κήρυγμα, ομιλία
Homily στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • accustoms στα ελληνικά - συνηθίζει, συνηθίζει τις, συνηθίζει ν, συνηθίζει τις διάφορες, που τους συνηθίζει
  • annuls στα ελληνικά - Ακυρώνει, Ακυρώνει την, καταργεί, Ακυρώνει το, αυτή ακυρώνει
Τυχαίες λέξεις
Homily στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κήρυγμα, ομιλία