Instil στα ελληνικά

Μετάφραση: instil, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενσταλάζω
Instil στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • actuate στα ελληνικά - διεγείρω, προτρέπω, παρακινώ
  • after στα ελληνικά - μετά, έπειτα, μετά από, μετά την, αφού, από
  • alkalize στα ελληνικά - αλκαλοποιώ, αλκαλικό, αλκαλοποιώ το, κάνει αλκαλικό
  • bridgehead στα ελληνικά - προγεφύρωμα, γέφυρας, προγεφυρώματος, της γέφυρας, γεφύρας
Τυχαίες λέξεις
Instil στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενσταλάζω