Known στα ελληνικά

Μετάφραση: known, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γνωστό
Known στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aboard στα ελληνικά - στο πλοίο, πάνω, πλοίο, στο κατάστρωμα, κατάστρωμα
  • air-loaded στα ελληνικά - air-, αέρα, στον αέρα, αέρος
  • annuity στα ελληνικά - πρόσοδος
  • backhoe στα ελληνικά - εκσκαφείς, τσάπα, τσάπας
Τυχαίες λέξεις
Known στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γνωστό