Minimize στα ελληνικά
Μετάφραση: minimize, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ελαχιστοποιώ, ελαχιστοποίηση, την ελαχιστοποίηση, ελαχιστοποιούν, ελαχιστοποίηση των, ελαχιστοποιηθεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- administrable στα ελληνικά - χορηγήσιμος, χορηγούμενες, χορηγούμενων, να χορηγηθούν, χορηγήσιμα
- autonomously στα ελληνικά - αυτόνομα, αυτοτελώς, αυτόνομο, αυτόνομη, τρόπο αυτόνομο
- backbones στα ελληνικά - ραχοκοκαλιά, ραχοκοκαλιές, σκελετοί, σκελετούς, η ραχοκοκαλιά
- butte στα ελληνικά - Butte, λόφο, λόφο της, το λόφο, το λόφο της
Τυχαίες λέξεις
Minimize στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ελαχιστοποιώ, ελαχιστοποίηση, την ελαχιστοποίηση, ελαχιστοποιούν, ελαχιστοποίηση των, ελαχιστοποιηθεί
Μεταφράσεις: ελαχιστοποιώ, ελαχιστοποίηση, την ελαχιστοποίηση, ελαχιστοποιούν, ελαχιστοποίηση των, ελαχιστοποιηθεί