Λέξη: συμπαθώ

Σχετικές λέξεις: συμπαθώ

σας συμπαθώ, συμπαθώ ετυμολογία, συμπαθώ πολλούς αλλά όχι όλους... συγχωρώ πολλά αλλά όχι όλα, συμπαθώ πολλούς αλλά όχι όλους, συμπαθώ λεξικό, σε συμπαθώ, συμπαθώ συνώνυμο, συμπαθώ meaning

Συνώνυμα: συμπαθώ

αγαπώ, αρέσω, βρίσκω καλό, ευρίσκω καλόν, συμπάσχω, συμπονώ, λυπάμαι

Μεταφράσεις: συμπαθώ

συμπαθώ στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
like, sympathize, I like, like it, I like it

συμπαθώ στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
si, semejante, parejo, querer, cómo, como, gustar, asimismo, gusta, igual, igual que, como el

συμπαθώ στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gleich, wie, mögen, lieben, gleichnamig, gefällt, ähnlich, gleichwertig, dergleichen

συμπαθώ στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
vouloir, affectionner, similaire, que, comme, équivalent, semblable, ressemblant, analogique, pareil, analogue, affin, aimer, tel, apprécier, comme des, comme le, comme les

συμπαθώ στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
gradire, uguale, simile, piacere, amare, come, piace, come il

συμπαθώ στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
quão, relâmpago, gostar, como, amar, prezar, similar, estimar, semelhante, parecido, como o, como a, tal como

συμπαθώ στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
waarderen, gelijkend, soortgelijk, gelijke, hoe, tot, equivalent, gelijkwaardig, voor, eender, mogen, als, zoals, alsof, net als

συμπαθώ στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
одинаковый, похож, равный, понравиться, подобный, равноценный, эквивалентный, схожий, приглянуться, похожий, хотеть, нравиться, заблагорассудиться, наподобие, захотеть, любить, так, как, как и, подобно

συμπαθώ στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
lik, like, som, ut som, liker, ut, lignende

συμπαθώ στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
liksom, liknande, lik, som, Gillar, gillar det

συμπαθώ στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
arvostaa, samanarvoinen, vastaava, viihtyä, kuten, sama, kaltainen, vertainen, kuin, vastaavat, kaltaiset

συμπαθώ στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
lignende, Kan du lide, som, ligesom, ud

συμπαθώ στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
jako, milovat, podobný, stejný, podobně, stejně jako, podobné

συμπαθώ στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
spodobać, lubić, upodobać, podobny, podobać, jak, tak jak, podobne, jakby, podobnie jak

συμπαθώ στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hasonmás, mint, mint a, hasonló

συμπαθώ στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
benzer, eşit, sevmek, gibi, beğendiniz, beğendiniz mi, benzeri

συμπαθώ στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
принадний, так, тому, оскільки, бо

συμπαθώ στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
dëshiroj, si, pëlqej, sikur, si të, ashtu si, siç

συμπαθώ στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
като, харесват, както, подобно

συμπαθώ στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
кахаць, як, хацець, так, бо, гэтак, дык

συμπαθώ στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
nagu, meeldima, justkui, jms, samasuguse, meeldib

συμπαθώ στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
slična, slično, vole, željeti, htjeti, poput, kao, kao što, kao što su, kao i

συμπαθώ στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
líka, líkur, hugnast, eins, eins og, svona

συμπαθώ στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
velut, similis, amo

συμπαθώ στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
mėgti, kaip, lyg, pavyzdžiui, kaip ir

συμπαθώ στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
tāpat, piemēram

συμπαθώ στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
како, како и, како што

συμπαθώ στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
similar, ca, cum ar fi, precum, ca și, asemenea

συμπαθώ στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
rad, prijati, kot, podobno, všeč, kot so, tako kot

συμπαθώ στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
stenný, rád, podobný, ako, za
Τυχαίες λέξεις