Original στα ελληνικά

Μετάφραση: original, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρωτότυπος, γνήσιος, πρωτότυπο, αρχική, αρχικό, αρχικής, αρχικού
Original στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anaesthetize στα ελληνικά - αναισθητοποιώ, αναισθητοποίηση, την αναισθητοποίηση, αναισθητοποιήσει, αναισθητοποιηθούν
  • backdrop στα ελληνικά - φόντο
  • baselines στα ελληνικά - γραμμές βάσης, γραμμές βάσεως, τις γραμμές βάσης, γραμμές βάσης των, γραμμών βάσης
  • battleground στα ελληνικά - πεδίο μάχης, μάχης, αναξιοπρεπείς, πεδίο μάχης για
Τυχαίες λέξεις
Original στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρωτότυπος, γνήσιος, πρωτότυπο, αρχική, αρχικό, αρχικής, αρχικού