Λέξη: μέγιστος

Σχετικές λέξεις: μέγιστος

μέγιστος αρχιερέας, μέγιστος κοινός διαιρέτης, μέγιστος κοινός διαιρέτης προβλήματα, μέγιστος αριθμός ορόφων, μέγιστος κοινός διαιρέτης πολυωνύμων, μέγιστος αριθμός ορόφων 4178, μέγιστος κοινός διαιρέτης δημοτικο, μέγιστος κοινός διαιρέτης αγγλικα, μέγιστος κοινός διαιρέτης ασκήσεις, μέγιστος κοινός διαιρέτης αλγοριθμος

Συνώνυμα: μέγιστος

αχανής, απέραντος

Μεταφράσεις: μέγιστος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
utmost, maximum, greatest, maximal, highest, a maximum
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
extremo, máximo, máxima, máximo de, la máxima, máxima de
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
äußerst, extrem, Maximum, maximal, höchste, maximale, maximalen
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
sommet, extrême, cime, limite, maximum, maximale, maximal, au maximum, maximum de
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
estremo, massimo, massima, la massima, il massimo, massimo di
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
máximo, máxima, máximo de, máxima de, no máximo
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ultra, bovenmatig, ergst, maximaal, maximum, maximum-, maximale, hoogste
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
предельный, граничный, громадный, крайний, огромный, максимальная, максимальное, максимум, максимальный, максимально
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ytterst, maksimal, maksimum, maksimale, maksimums, maksimalt
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ytterlig, maximal, maximalt, maximala, högst, högsta
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kaukaisin, äärimmäisin, korkein, äärimmäinen, enimmäismäärä, maksimi, enintään, suurin, enimmäispituus
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
maksimum, maksimal, maksimale, maksimalt, højst
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
krajní, mezní, vrchol, extrémní, maximum, maximální, maximálně, max, nejvyšší
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kraniec, najdalszy, szczytowy, ostateczny, krańcowy, maksymalny, maksimum, maksymalna, maksymalnie, maksymalną
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
legtöbb, legnagyobb, maximális, maximum, legfeljebb, legmagasabb
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
aşırı, maksimum, azami, en, en fazla, fazla
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
величезний, граничний, крайній, максимальна, Максимальне, Максимальная, максимальний
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
maksimal, maksimum, maksimale, maksimumi, maksimale e
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
максимален, максимум, максимална, максимално, максималната
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
максімальная, Найбольшая, максімальны, максымальная
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ülim, maksimaalne, maksimaalse, maksimaalselt, suurim, maksimaalset
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
najveći, krajnji, najviši, maksimum, maksimalan, maksimalno, maksimalna, maksimalni
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hámark, hámarks, hámarki, hámarksskammtur
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
maksimalus, didžiausias, didžiausia, maksimali, maksimalų
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
maksimums, maksimālais, maksimālā, maksimālo, maksimāli
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
максималната, максимум, максимална, максимално, максималниот
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
maxim, maximă, maximum, maxima, maxime
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
največja, Najvišji, najvišja, Največji, maksimalna
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
maximum, max, maximálne, maximálnu, maxima

Στατιστικά δημοτικότητας: μέγιστος

Τυχαίες λέξεις