Pencil στα ελληνικά

Μετάφραση: pencil, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μολύβι
Pencil στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • alternate στα ελληνικά - εναλλάσσω
  • aviculture στα ελληνικά - πτηνοτροφία, πτηνοτροφίας, πτηνοτροφικών, πτηνοτρόφους, πτηνοτροφικό κλάδο
  • beaten στα ελληνικά - ξυλοδαρμό, ξυλοκοπήθηκε, χτυπημένο, χτυπημένα, ηττηθεί
  • captivation στα ελληνικά - σαγήνευση, αιχμαλωσία, δεσμά, δεσμά σου
Τυχαίες λέξεις
Pencil στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μολύβι