Λέξη: καταπληκτικός

Σχετικές λέξεις: καταπληκτικός

καταπληκτικός πίνακας κάνει τον γύρο του κόσμου, καταπληκτικός συνώνυμα

Συνώνυμα: καταπληκτικός

κτυπητός, εκπληκτικός, ζαλιστικός, θαυμάσιος, εντυπωσιακός, τεράστιος, τρομακτικός, τρομαχτικός

Μεταφράσεις: καταπληκτικός

καταπληκτικός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
superb, prodigious, amazing, stupendous, startling, stunning

καταπληκτικός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
magnífico, prodigioso, prodigiosa, prodigiosos, prodigiosas, prodigio

καταπληκτικός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
brillant, herrlich, erstaunlich, wunderbar, ungeheuer, außerordentlich, ungeheure

καταπληκτικός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
remarquable, excellent, grandiose, éminent, prodigieux, prodigieuse, prodigieuses, prodige, extraordinaire

καταπληκτικός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
magnifico, prodigioso, prodigiosa, prodigiose, prodigiosi, prodigious

καταπληκτικός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
prodigioso, prodigiosa, prodigious, prodigiosos, prodigiosas

καταπληκτικός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
prachtig, groots, overweldigend, grandioos, briljant, verheven, wonderbaarlijk, ontzaglijk, wonderbaarlijke, prodigious, verbazingwekkende

καταπληκτικός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
дивный, величественный, блестящий, прекрасный, восхитительный, замечательный, великолепный, благородный, превосходный, блистательный, роскошный, удивительный, огромный, чудовищный, чудесный, громадный

καταπληκτικός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
herlig, prektig, uhyre, forbausende, fenomenal, fabelaktige, prodigious

καταπληκτικός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ofantlig, prodigious, enorma, oerhörd, oerhörda

καταπληκτικός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
yliveto, erinomainen, suurenmoinen, ihmeellinen, prodigious, suunnaton, suunnattomaksi, mahtava

καταπληκτικός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
uhyre, uhyrligt, formidabel, prodigious, fænomenal

καταπληκτικός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
znamenitý, vynikající, podivuhodný, podivuhodné, zázračný, fenomenální, nesmírné

καταπληκτικός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wybitny, przepiękny, pierwszorzędny, znakomity, cudowny, ogromny, kolosalny, prodigious, kolosalna

καταπληκτικός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
bámulatos, óriási, csodás, csodálatos, elképesztő

καταπληκτικός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
pırlanta, olağanüstü, müthiş, olağanüstü bir, prodigious, şaşılacak

καταπληκτικός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
чудовий, дивовижний, дивний, дивовижна, дивовижне

καταπληκτικός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i jashtëzakonshëm, jashtëzakonshëm, mrekullueshëm, i mrekullueshëm, paanë

καταπληκτικός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
изумителен, чудовищен, ненормален, удивителен, огромен

καταπληκτικός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дзіўны

καταπληκτικός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
Ihmeellinen, hiigelsaavutust, Tohutu, imekspandavat, kirg tablett

καταπληκτικός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
sjajan, veličanstven, fenomenalan, čudnovat, izvanredan, golem, čudesan

καταπληκτικός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
prodigious

καταπληκτικός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
stebuklingas, Bajoński, Kolosalny, Magisko, Apbrīnojams

καταπληκτικός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
apbrīnojams, milzīgs, neticams

καταπληκτικός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
ненормален, чудовишниот, огромна, фантастичен

καταπληκτικός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
prodigios, prodigioasă, prodigioasa, prodigioase, prodigious

καταπληκτικός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Ogromen

καταπληκτικός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
nádherný, znamenitý, podivuhodný, obdivuhodný, zázračný, vznešený
Τυχαίες λέξεις