Penetration στα ελληνικά
Μετάφραση: penetration, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διείσδυση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- banned στα ελληνικά - απαγορευτεί, απαγορευθεί, απαγόρευσε, απαγορευμένες, απαγορεύτηκε
- basophilic στα ελληνικά - βασεόφιλα, βασεοφιλικο, βασοφιλικής, βασεοφιλικά, βασεόφιλη
- bitingly στα ελληνικά - δηκτικά
- blares στα ελληνικά - Να ακούγεται
Τυχαίες λέξεις
Penetration στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διείσδυση
Μεταφράσεις: διείσδυση