Related στα ελληνικά
Μετάφραση: related, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συγγενικός, συναφής, συναφή, συναφείς, σχετικών, σχετικές, συναφών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ambulate στα ελληνικά - περιπατώ, περπατά, να περπατά, μπορεί να περπατά, να μπορεί να περπατά
- arty στα ελληνικά - καλλιτεχνικό, καλλιτεχνικές, καλλιτεχνικά, καλλιτεχνίζοντα
- autogiro στα ελληνικά - ελικόπτερο αεροπλάνο, αυτόγυρο
Τυχαίες λέξεις
Related στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συγγενικός, συναφής, συναφή, συναφείς, σχετικών, σχετικές, συναφών
Μεταφράσεις: συγγενικός, συναφής, συναφή, συναφείς, σχετικών, σχετικές, συναφών