Root στα ελληνικά
Μετάφραση: root, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρίζα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- action στα ελληνικά - επενέργεια, δράση, διάβημα, αγωγή, δράσης, προσφυγή, ενέργεια, ...
- calk στα ελληνικά - βουλώνω, καλαφατίζω
- candle στα ελληνικά - κερί, κεριών, κεριού, κεριά, των κεριών
Τυχαίες λέξεις
Root στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρίζα
Μεταφράσεις: ρίζα