Tar στα ελληνικά

Μετάφραση: tar, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατράμι, ναύτης, πίσσα
Tar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • arisen στα ελληνικά - ανασταίνομαι, προέκυψε κατά
  • assailable στα ελληνικά - ευπρόσβλητος, απρόσβλητη
  • attaché στα ελληνικά - ακόλουθος, ακολούθου, Attaché, Ακολούθων, ακολούθου που
  • awning στα ελληνικά - τέντα
Τυχαίες λέξεις
Tar στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατράμι, ναύτης, πίσσα