Widower στα ελληνικά

Μετάφραση: widower, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χήρος
Widower στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abridge στα ελληνικά - συντομεύω
  • black στα ελληνικά - μαύρος, μαύρο, μαύρη, μαύρα, μαύρες
  • bumbling στα ελληνικά - ενθουσιώδεις, αδέξιος, ενθουσιώδη
Τυχαίες λέξεις
Widower στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χήρος