Εντατικά στα αγγλικά

Μετάφραση: εντατικά, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
intensively, intensive, intensely, extensively, actively
Εντατικά στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εντατικά

εντατικά γαλλικά, εντατικά εκτατικά μεγέθη, εντατικά μαθήματα ισπανικών, εντατικά μαθήματα χειρουργικήσ, εντατικά αγγλικά, εντατικά λεξικό γλώσσας αγγλικά, εντατικά στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • ενσωματώνω στα αγγλικά - incorporate, embed, embody
  • εντάσσω στα αγγλικά - enrol, enlist, I include
  • εντατικοποίηση στα αγγλικά - intensification, intensifying, intensify, intensified, stepping
  • εντατικός στα αγγλικά - intense, intensive, intensified, an intensive, our intensive
Τυχαίες λέξεις
Εντατικά στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: intensively, intensive, intensely, extensively, actively