Глад στα ελληνικά
Μετάφραση: глад, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πείνα, μάτι, οφθαλμός, πείνας, την πείνα, της πείνας, η πείνα
Μεταφράσεις
- главоболие στα ελληνικά - πονοκέφαλος, πονοκέφαλο, κεφαλαλγία, κεφαλαλγίας, πονοκεφάλου
- глагол στα ελληνικά - ρήμα, ρήματος, verb, το ρήμα, ρημάτων
- гладиатор στα ελληνικά - μονομάχος, μονομάχο, μονομάχο της κατηγορίας, το μονομάχο, μονομάχων
- гладко στα ελληνικά - λείος, ομαλή, λεία, ομαλής, λείο
Τυχαίες λέξεις
Глад στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πείνα, μάτι, οφθαλμός, πείνας, την πείνα, της πείνας, η πείνα
Μεταφράσεις: πείνα, μάτι, οφθαλμός, πείνας, την πείνα, της πείνας, η πείνα