Глобален στα ελληνικά
Μετάφραση: глобален, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόσμος, παγκοσμίως, παγκόσμιος, υφήλιος, παγκόσμια, παγκόσμιες, παγκόσμιο, παγκόσμιας, παγκόσμιων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- глина στα ελληνικά - άργιλος, πηλός, πηλό, αργίλου, άργιλο
- глоба στα ελληνικά - ποινή, ψιλή, αίθριος, κύρωση, φίνος, πρόστιμο, προστίμου, ...
- глобализация στα ελληνικά - παγκοσμιοποίηση, παγκοσμιοποίησης, της παγκοσμιοποίησης, η παγκοσμιοποίηση, την παγκοσμιοποίηση
- глобална στα ελληνικά - κόσμος, υφήλιος, παγκοσμίως, παγκόσμιος, παγκόσμια, παγκόσμιες, παγκόσμιο, ...
Τυχαίες λέξεις
Глобален στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόσμος, παγκοσμίως, παγκόσμιος, υφήλιος, παγκόσμια, παγκόσμιες, παγκόσμιο, παγκόσμιας, παγκόσμιων
Μεταφράσεις: κόσμος, παγκοσμίως, παγκόσμιος, υφήλιος, παγκόσμια, παγκόσμιες, παγκόσμιο, παγκόσμιας, παγκόσμιων