Λέξη: αμάλγαμα
Συνώνυμα: αμάλγαμα
αμαλγάμα, μεταλλικό κράμα υδραργύρου
Μεταφράσεις: αμάλγαμα
αμάλγαμα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
amalgam, amalgamation, amalgamated, amalgam of, an amalgam
αμάλγαμα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
amalgama, la amalgama, de amalgama, amalgamas, amalgama de
αμάλγαμα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
amalgam, mischung, Amalgam, Mischung
αμάλγαμα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
amalgame, amalgames, l'amalgame, les amalgames, d'amalgame
αμάλγαμα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
amalgama, dell'amalgama, amalgame, l'amalgama, di amalgama
αμάλγαμα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
amálgama, amálgamas, amálgama de, de amálgama, amalgama
αμάλγαμα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
amalgaam, samensmelting, amalgaamafscheider, mengelmoes
αμάλγαμα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
амальгама, смесь, амальгамы, амальгамой, амальгаму
αμάλγαμα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
amalgam, av amalgam
αμάλγαμα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
amalgam, amalgamet
αμάλγαμα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
amalgaami, amalgaamin, amalgaamia, amalgaamista
αμάλγαμα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
amalgam, blanding, sammensmeltning, sammenblanding, af amalgam
αμάλγαμα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
směs, amalgám, amalgámu, amalgam, amalgámem, amalgamové
αμάλγαμα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
amalgamat, amalgamatu, połączeniem, amalgamatem, amalgam
αμάλγαμα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
amalgám, amalgámot, az amalgám, amalgámmal
αμάλγαμα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
malgama, karışım, amalgam, amalgamı, karışımıdır
αμάλγαμα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
суміш, амальгама, амальгами
αμάλγαμα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
amalgamë, amalgam, lidhje zhive, amalgamë të
αμάλγαμα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
амалгама, смеся, амалгамата, амалгами, смесица, на амалгама
αμάλγαμα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
амальгама
αμάλγαμα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
elavhõbesegu, sulam, amalgaami, amalgaam, amalgaamijäätmed, amalgaamplommide
αμάλγαμα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
amalgam, mješavini, mješavina, je amalgam, amalgama, objedinjenosti
αμάλγαμα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
amalgam
αμάλγαμα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
amalgama, apjungiančią, metalo lydinių su gyvsidabriu, amalgamos, amalgamų
αμάλγαμα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
amalgama, apvienojums, amalgamas, amalgamu, sajaukums
αμάλγαμα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
амалгам, амалгамски, амалгамот, амалгамските
αμάλγαμα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
amalgam, amalgamului, amalgamul, de amalgam, amalgam de
αμάλγαμα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
amalgám, amalgam, amalgama, Amalgamski
αμάλγαμα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
amalgám, amalgámov, amalgámu, amalgámový, amalgámy
Τυχαίες λέξεις