Гной στα ελληνικά
Μετάφραση: гной, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πύο, εναλλακτικός, πύον, πύου, pus, τα pus
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- гнида στα ελληνικά - κόνιδα ψείρας, NIT, ΝΙΤ, κόνιδα, ψείρα
- гниения στα ελληνικά - σαπίλα, σήψης, σήψη, rot, σαπίζουν
- гном στα ελληνικά - καλικάντζαρος, νάνος, gnome, του GNOME, το GNOME
- гняв στα ελληνικά - θυμός, φούρκα, οργή, θυμό, θυμού, το θυμό
Τυχαίες λέξεις
Гной στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πύο, εναλλακτικός, πύον, πύου, pus, τα pus
Μεταφράσεις: πύο, εναλλακτικός, πύον, πύου, pus, τα pus