Извлечение στα ελληνικά
Μετάφραση: извлечение, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκχύλισμα, εξαγωγή, καταγωγή, αποσπώ, απόσπασμα, το απόσπασμα, excerpt, αποσπασμάτων, χωρίο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- известния στα ελληνικά - γνωστό, φημισμένος, περίφημος, διάσημο, διάσημη, διάσημα
- извинение στα ελληνικά - δικαιολογία, συγχωρώ, συγχώρηση, αφορμή, χάρη, δικαιολογία για, πρόσχημα, ...
- извозим στα ελληνικά - μετακίνηση, Απομάκρυνση, αφαίρεσης, Αφαίρεση, Η απομάκρυνση
- извращение στα ελληνικά - αναστροφή, αντιστροφή, διαστροφή, διαστροφής, διαστρέβλωση, τη διαστροφή, ανωμαλία
Τυχαίες λέξεις
Извлечение στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκχύλισμα, εξαγωγή, καταγωγή, αποσπώ, απόσπασμα, το απόσπασμα, excerpt, αποσπασμάτων, χωρίο
Μεταφράσεις: εκχύλισμα, εξαγωγή, καταγωγή, αποσπώ, απόσπασμα, το απόσπασμα, excerpt, αποσπασμάτων, χωρίο