Λέξη: αποικιακός
Μεταφράσεις: αποικιακός
αποικιακός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
colonial
αποικιακός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
colonial, coloniales, colonial de, colonia
αποικιακός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kolonial, kolonialen, koloniale, Kolonialstil
αποικιακός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
colonial, coloniale, coloniales, coloniaux
αποικιακός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
coloniale, coloniali, colonica, colonial
αποικιακός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
colonial, coloniais
αποικιακός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
koloniaal, koloniale, de koloniale, in koloniale, het koloniale
αποικιακός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
колониальный, колониальная, колониальной, колониальном, колониального
αποικιακός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
koloni, koloniale, kolonial, kolonialstil
αποικιακός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
koloniala, Colonial, kolonial, kolonialt
αποικιακός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
uudisasukas, siirtolainen, siirtomaa-ajan, siirtomaa-, siirtomaatyylisessä, siirtomaa
αποικιακός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
koloniale, Colonial, kolonial, kolonitiden, kolonistil
αποικιακός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
koloniální, koloniálním, v koloniálním, koloniálního, colonial
αποικιακός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kolonialny, osadniczy, kolonialnym, kolonialne, kolonialnych, colonial
αποικιακός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
gyarmati, a gyarmati, koloniális, gyarmatosító, colonial
αποικιακός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sömürge, sömürgeci, koloni, kolonyal, sömürgecilik
αποικιακός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
колоніальний, колоніальне
αποικιακός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kolonial, koloniale, kolonial të, kolonial i
αποικιακός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
колониален, колониална, колониалната, колониалния, колониално
αποικιακός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
каланіяльны, каляніяльны
αποικιακός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
koloniaalne, Colonial, koloonia, koloniaalse, koloniaalvõimu
αποικιακός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kolonijalan, Colonial, kolonijalne, kolonijalni, kolonijalnom
αποικιακός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Colonial, nýlendutímanum, nýlendu, nýlendubúi
αποικιακός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kolonijinis, kolonijinio, kolonijinė, kolonijinio ir, kolonijiniu
αποικιακός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
koloniju, koloniālās, koloniālā, koloniālo, koloniālisma
αποικιακός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
колонијална, колонијални, колонијален, колонијалната, колонијалните
αποικιακός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
colonial, coloniale, colonială, coloniala
αποικιακός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
koloniální, kolonialna, kolonialni, kolonialno, kolonialne, kolonialnih
αποικιακός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
koloniálnej, koloniálne, koloniálna, koloniálnou, koloniálny
Τυχαίες λέξεις