Музикант στα ελληνικά

Μετάφραση: музикант, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παίκτης, μουσικός, μουσικό, μουσικού, μουσικών
Музикант στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • музей στα ελληνικά - μουσείο, Μουσείου, Museum, μουσείων, το μουσείο
  • музика στα ελληνικά - μουσική, μουσικής, τη μουσική, μουσικά, της μουσικής
  • мултипликация στα ελληνικά - πολλαπλασιασμός, πολλαπλασιασμό, πολλαπλασιασμού, τον πολλαπλασιασμό, του πολλαπλασιασμού
  • мумия στα ελληνικά - μούμια, μαμά, μούμιας, μούμια του, μουμιών
Τυχαίες λέξεις
Музикант στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παίκτης, μουσικός, μουσικό, μουσικού, μουσικών