Оперение στα ελληνικά
Μετάφραση: оперение, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φτέρωμα, Φτερά, φτερών, Feathers, τα φτερά, Πούπουλα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- опера στα ελληνικά - όπερα, Opera, όπερας, την όπερα, της όπερας
- оператор στα ελληνικά - χειριστής, επιχειρηματίας, διαχειριστής, φορέα, χειριστή
- опила στα ελληνικά - μεθυσμένος, μεθυσμένο, μεθυσμένη, μεθυσμένων, μεθυσμένα
- описание στα ελληνικά - περιγραφή, αναμονή, προσδοκία, περιγραφής, περιγραφη, την περιγραφή
Τυχαίες λέξεις
Оперение στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φτέρωμα, Φτερά, φτερών, Feathers, τα φτερά, Πούπουλα
Μεταφράσεις: φτέρωμα, Φτερά, φτερών, Feathers, τα φτερά, Πούπουλα