Λέξη: συμβατός

Σχετικές λέξεις: συμβατός

συμβατός δότης μυελού των οστών, συμβατός αποκωδικοποιητής dvd download, συμβατόσ αποκωδικοποιητήσ dvd, συμβατός αγγλικα, συμβατός συνώνυμα, συμβατός αποκωδικοποιητής dvd στον υπολογιστή σας, συμβατός στα αγγλικά, συμβατός δότης

Μεταφράσεις: συμβατός

συμβατός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
compatible, compliant, consistent, incompatible

συμβατός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
tratable, compatible, compatibles, compatible con, compatibilidad, es compatible

συμβατός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kompatibel, verträglich, vereinbar, kompatiblen, kompatible, kompatibles

συμβατός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
compatible, traitable, compatibles, compatibilité, compatible avec

συμβατός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
compatibile, compatibili, compatibile con, compatibilità, è compatibile

συμβατός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
compatível, compatíveis, compatível com, compatibilidade, compatíveis com

συμβατός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
congruent, verenigbaar, compatibel, compatibele, compatibel is, verenigbaar is

συμβατός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
соединительный, связующий, совместный, сходный, совместимый, совместимы, совместим, совместима, совместимо

συμβατός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kompatibel, kompatibelt, kompatible, Passer, er kompatibel

συμβατός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kompatibel, kompatibelt, kompatibla, förenligt, förenlig

συμβατός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
mukautuva, yhteneväinen, yhteensopiva, yhteensopivia, yhteensopivan, yhteensopivaan, sopusoinnussa

συμβατός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
kompatible, kompatibel, forenelig, forenelige, kompatibelt

συμβατός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
slučitelný, kompatibilní, slučitelné, slučitelná, souladu, v souladu

συμβατός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zgodny, kompatybilny, zgodne, kompatybilne, zgodna

συμβατός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
összeegyeztethető, kompatibilis, összeegyeztethetőnek, kompatibilisek, összeegyeztethetők

συμβατός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
uyumlu, uyumludur, uyumlu bir, uygun

συμβατός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сумісний, сполучний, сумісного, сумісному

συμβατός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i pajtueshëm, pajtueshme, kompatibil, të pajtueshme, compatible

συμβατός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
съвместим, съвместима, съвместими, съвместимо, за съвместима

συμβατός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сумяшчальны

συμβατός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ühilduv, kokkusobiv, harmooniline, ühilduva, ühilduvad, ühilduvate

συμβατός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kompatibilan, kompatibilni, skladu, u skladu, kompatibilna

συμβατός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
samhæft, samræmi, í samræmi, samhæfa, samhæf

συμβατός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
suderinamas, suderinama, atitinka, suderinami, suderinamos

συμβατός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
savienojams, saderīgs, saderīga, saderīgu, saderīgi

συμβατός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
компатибилен, компатибилни, компатибилна, е компатибилен, во согласност

συμβατός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
compatibil, compatibile, compatibilă, compatibila, compatibil cu

συμβατός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
kompatibilní, združljivi, združljiv, združljiva, združljivo, združljive

συμβατός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
kompatibilní, kompatibilný, kompatibilné, kompatibilná, kompatibilnej, kompatibilnú
Τυχαίες λέξεις