Преувеличилата στα ελληνικά
Μετάφραση: преувеличилата, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπερβάλλω, παραλέω, υπερβολική, υπερβολικές, υπερβολικός, υπερβολικοί, υπερβολικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- претендент στα ελληνικά - διεκδικητής, αμφισβητία, αμφισβητίας, τον αμφισβητία, αντιπάλου
- преувеличение στα ελληνικά - υπερβολή, υπερβολής, υπερβολικό, υπερβολές, υπερβολική
- префект στα ελληνικά - νομάρχης, έπαρχος, νομάρχη, έπαρχο, επάρχου
- префектура στα ελληνικά - νομαρχία, Νομός, νομού, νομό, Ν
Τυχαίες λέξεις
Преувеличилата στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπερβάλλω, παραλέω, υπερβολική, υπερβολικές, υπερβολικός, υπερβολικοί, υπερβολικά
Μεταφράσεις: υπερβάλλω, παραλέω, υπερβολική, υπερβολικές, υπερβολικός, υπερβολικοί, υπερβολικά