Прототип στα ελληνικά
Μετάφραση: прототип, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρωτότυπο, πρότυπο, πρωτοτύπου, πρωτοτύπων, πρωτότυπου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- проток στα ελληνικά - στενό, Strait, Στενά, Στενών, στενό του
- протокол στα ελληνικά - πρωτόκολλο, πρωτοκόλλου, το πρωτόκολλο, πρωτόκολλο που, του πρωτοκόλλου
- проучване στα ελληνικά - εξερεύνηση, έρευνα, μελέτη, μελέτης, σπουδών, της μελέτης
- профанация στα ελληνικά - βεβήλωση, βεβήλωσης, βεβήλωση αυτών
Τυχαίες λέξεις
Прототип στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρωτότυπο, πρότυπο, πρωτοτύπου, πρωτοτύπων, πρωτότυπου
Μεταφράσεις: πρωτότυπο, πρότυπο, πρωτοτύπου, πρωτοτύπων, πρωτότυπου