Такт στα ελληνικά

Μετάφραση: такт, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διπλωματικότητα, λεπτότητα, τάκτ, ορθοφροσύνη, επικοινωνήστε, επικοινωνήστε με
Такт στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • такса στα ελληνικά - δίδακτρα, τιμάριο, αμοιβή, τέλη, τέλος, τέλους, χρέωση
  • такси στα ελληνικά - τροχοδρομώ, ταξί, με ταξί, των ταξί, το ταξί
  • тактик στα ελληνικά - επιτελικός, τακτικιστής, οργανωτής, στην τακτική, στις τακτικές
  • тактика στα ελληνικά - τακτική, τακτικές, τακτικής, την τακτική, τακτικών
Τυχαίες λέξεις
Такт στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διπλωματικότητα, λεπτότητα, τάκτ, ορθοφροσύνη, επικοινωνήστε, επικοινωνήστε με