Фактически στα ελληνικά

Μετάφραση: фактически, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σχεδόν, ουσιαστικά, πράγματι, πραγματικά, πραγματικότητα, στην πραγματικότητα, όντως
Фактически στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • факсимиле στα ελληνικά - φαξ, πανομοιότυπο, τηλεομοιοτυπίας, τηλεομοιοτυπία, τηλεομοιοτυπικών
  • факт στα ελληνικά - γεγονός, πραγματικότητα, γεγονότος, Πράγματι, ότι
  • фактор στα ελληνικά - συντελεστής, παράγοντας, παράγοντα, συντελεστή, στοιχείο
  • фамилия στα ελληνικά - επίθετο, οικογένεια, οικογένειας, οικογενειακή, οικογένειά, της οικογένειας
Τυχαίες λέξεις
Фактически στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σχεδόν, ουσιαστικά, πράγματι, πραγματικά, πραγματικότητα, στην πραγματικότητα, όντως